Claudia Angelelli, Heriot-Watt University
Τα αφηγήματα της μετανάστευσης είναι πολλαπλά, διαφοροποιημένα και περίπλοκα. Ο γεωγραφικός εκτοπισμός έχει πολλές επιπτώσεις. Αυτή η ομιλία θα επικεντρωθεί στις γλωσσικές και επικοινωνιακές επιπτώσεις του γεωγραφικού εκτοπισμού. Συγκεκριμένα, θα εστιάσει στην κοινοτική διερμηνεία και τους κοινοτικούς διερμηνείς. Η μετανάστευση και ο γεωγραφικός εκτοπισμός έχει οδηγήσει σε αυξανόμενη ανάγκη για διερμηνείς, οι οποίοι καλούνται να διευκολύνουν την επικοινωνία μεταξύ συμμετεχόντων που προέρχονται από διαφορετικό γλωσσικό και πολιτισμικό υπόβαθρο. Όταν οι μετανάστες δεν μιλούν τη γλώσσα της κοινωνίας υποδοχής και χρειάζεται να επικοινωνήσουν, ένας κοινοτικός διερμηνέας διευκολύνει τη διάδραση. Είτε η επικοινωνία είναι μεταξύ ενός υπαλλήλου της μεταναστευτικής αρχής και ενός αιτούντα άσυλο, μεταξύ ενός χρήστη μιας υπηρεσίας και του παρόχου (όπως σε μια επικοινωνία ιατρικής φύσεως), μεταξύ ενός δικαστή και ενός εναγόμενου ή ενός γονέα και ενός εκπαιδευτικού, όταν οι χρήστες μιας γλώσσας που δεν είναι η γλώσσα της κοινωνίας υποδοχής χρειάζεται να επικοινωνήσουν με τους φορείς παροχής υπηρεσιών, ο διερμηνέας είναι αυτός που παρεμβαίνει για να διευκολύνει τη διάδραση. Η συγκεκριμένη παρουσίαση θα επιχειρήσει μια επισκόπηση της κοινοτικής διερμηνείας και του ρόλου που διαδραματίζουν οι διερμηνείς στο επαγγελματικό τους πεδίο.
Danielle D’Hayer, London Metropolitan University
Οι κοινοτικοί διερμηνείς, γνωστοί και ως διερμηνείς δημοσίων υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, εργάζονται σε δύσκολες καταστάσεις. Μία μέρα ένας διερμηνέας μπορεί να κάνει διερμηνεία μεταξύ ενός μετανάστη που μιλάει για βασανιστήρια στη χώρα προέλευσής του και ενός υπαλλήλου της αρχής μετανάστευσης, ο οποίος καλείται να αποφασίσει εάν το άτομο αυτό πληροί τα κριτήρια χορήγησης ασύλου ή θα πρέπει να απελαθεί. Την επόμενη μέρα, μπορεί να έχει αναλάβει την επικοινωνία μεταξύ ενός αστυνομικού και ενός μη-φυσικού ομιλητή ο οποίος συνελήφθη ως ύποπτος κλοπής.
Ποιοι είναι οι διερμηνείς; Έχουν κάποια συγκεκριμένα τυπικά προσόντα; Έχουν πρόσβαση σε εκπαίδευση όταν χρειάζεται; Ποια είναι τα κίνητρα που μπορεί να τους οδηγήσουν στην εκπαίδευση; Ποιο είναι το διαθέσιμο εκπαιδευτικό πλαίσιο; Μπορούν να πληρώσουν για την εκπαίδευση;
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η εκπαίδευση για τους κοινοτικούς διερμηνείς και τους διερμηνείς δημοσίων υπηρεσιών ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990. Τα τελευταία 25 χρόνια, έχουν εξερευνηθεί διαφορετικοί τύποι εκπαίδευσης για διερμηνείς και φορείς παροχής υπηρεσιών, από μονοήμερα μαθήματα που εστιάζουν σε συγκεκριμένες γλώσσες μέχρι το πλήρες Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Διερμηνεία Δημοσίων Υπηρεσιών (Αγγλικό δίκαιο/Υγεία). Υπάρχει σωστή ή λάθος προσέγγιση; Πώς γνωρίζει κανείς αν το πρόγραμμα που έχει σχεδιάσει ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες ενός διερμηνέα στο πεδίο της δουλειάς του; Πώς μπορούν να συγκεραστούν οι ανάγκες εκπαίδευσης, η παροχή εκπαίδευσης και ο επαγγελματισμός των διερμηνέων; Αυτά είναι ορισμένα από τα ζητήματα που θα εξεταστούν στην παρουσίασή μου.
Mette Rudvin, University of Bologna
Η εκπαίδευση στη διερμηνεία, είτε συνεδριακή, κοινοτική, δικαστική ή άλλη, απαιτεί εκτενή χρήση ανθρώπινων πόρων. Καθώς η διερμηνεία δεν είναι μόνο ένα ακαδημαϊκό και γνωστικό πεδίο, αλλά και ένα επάγγελμα και μια δεξιότητα που αποκτάται σε μεγάλο βαθμό μέσω της πρακτικής και της εμπειρίας, η πρακτική άσκηση της διερμηνείας μέσα στην τάξη με εκπαιδευτές είναι ουσιώδης (βλέπε Pöchhacker, Kalina και Mikkelson). Άλλες παράμετροι έντασης εργασίας που αφορούν αποκλειστικά τη διερμηνεία είναι οι εξής: οι ασκήσεις πρέπει να διεξάγονται σε σχετικά μικρές ομάδες εκπαιδευομένων· κάθε γλωσσικός συνδυασμός θα πρέπει να διαθέτει εκπαιδευτές για συγκεκριμένες γλώσσες· και κάθε τάξη θα πρέπει να έχει δύο εκπαιδευτές, έναν για κάθε γλώσσα. Πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες από άποψη πόρων και κόστους της εκπαίδευσης.
Η συγκεκριμένη παρουσίαση περιγράφει ένα πολυγλωσσικό, εντατικό πρόγραμμα εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια στην Ιταλία, που πραγματοποιείται εδώ και πέντε χρόνια και άρα βρίσκεται ακόμα σε «πειραματικό» στάδιο. Είναι το πρώτο πρόγραμμα εκπαίδευσης στη δικαστική διερμηνεία για Γλώσσες Μικρότερης Διάδοσης και ένα από τα πρώρα εκπαιδευτικά προγράμματα στη δικαστική διερμηνεία tout court που υπάρχουν στη χώρα. Τις δύο πρώτες χρονιές που πραγματοποιήθηκε το πρόγραμμα, οι εκπαιδευόμενοι εκπροσωπούσαν πολλές Γλώσσες Μικρότερης Διάδοσης, όπως Βιετναμικά, Μπάνγκλα, Ρουμανικά, Αλβανικά, Ρομανί, καθώς και ορισμένες ιδιαίτερα διαδεδομένες γλώσσες στη δικαστική διερμηνεία και στη διερμηνεία για δημόσιες υπηρεσίες, όπως Αραβικά, Κινέζικα, Ρωσικά, Γαλλικά, Αγγλικά και Ισπανικά.
Λόγω των εξαιρετικά περιορισμένων πόρων στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και του γεγονότος ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα «χαμηλού κόστους» το οποίο απευθύνεται σε μια επαγγελματική ομάδα με υπερβολικά χαμηλές απολαβές (διερμηνείς για τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές), δεν μπορούσαμε να παρέχουμε γλωσσική εκπαίδευση για κάθε μία από τις γλώσσες των εκπαιδευομένων μας(παρόλο που είχαμε τη δυνατότητα να εξετάσουμε τον κάθε υποψήφιο στη γλώσσα επιλογής του για τις τελικές τους εξετάσεις) και να τους παρέχουμε εκπαιδευτές για τις γλώσσες τους μέσα στην τάξη. Καταφύγαμε σε εναλλακτικές μεθοδολογίες, όπως αξιολόγηση από συνεκπαιδευόμενους, chatroom συγκεκριμένων γλωσσών για φόρουμ συζητήσεων (θέματα ορολογίας και θεωρητικά ζητήματα) και διδασκαλία μέσω διαδικτύου και ορολογικοί πόροι. Η παρουσίαση αυτή θα εξετάσει τη χρήση – πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα – τέτοιου τύπου πολυγλωσσικής εκπαίδευσης στη βάση της εμπειρίας από αυτό το πρόγραμμα, ενώ θα προτείνει ταυτόχρονα τρόπους με τους οποίους μπορούμε να βελτιώσουμε αυτές τις μεθοδολογίες για μελλοντικά προγράμματα σε άλλες χώρες. Εξετάζει το πώς μπορεί να οργανωθεί η πολυγλωσσική εκπαίδευση διερμηνέων με κάποιο λογικό κόστος για το εκπαιδευτικό ίδρυμα μέσω της χρήσης νέων τεχνολογιών, πώς να γίνει βέλτιστη χρήση των περιορισμένων πόρων (επίσης με αξιολόγησης μέσω συνεκπαιδευόμενων με ίδιες γλώσσες) και να δημιουργηθούν γλωσσάρια σε συγκεκριμένα θεματικά πεδία.
George Rayess, Διερμηνέας & δημοσιογράφος
Η προσφυγική κρίση η οποία τα τελευταία χρόνια ταλανίζει όλη την υφήλιο, και ειδικότερα την Ευρώπη, μιας βρήκε όλους απροετοίμαστους. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και οι φορείς του, καθώς και τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν ήταν προετοιμασμένοι για το μέγεθος μιας τέτοιας καταστροφής και αναγκάστηκαν να προχωρήσουν άμεσα σε αυτοσχεδιασμούς ώστε να ανακουφίσουν τα προβλήματα εκατομμυρίων αβοήθητων ανθρώπων που επιδίωκαν άσυλο και διεθνή προστασία. Πολλοί ήταν οι φραγμοί που υψώθηκαν και έπρεπε να αντιμετωπιστούν, με τον γλωσσικό φραγμό να αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση και το πιο ακανθώδες πρόβλημα. Η ζήτηση για καλούς διερμηνείς κατέγραψε αλματώδη άνοδο με το ξέσπασμα της κρίσης, αλλά δυστυχώς η ποιότητα των υπηρεσιών διερμηνείας κατέγραψε δραματική πτώση, με τις εμπλεκόμενες χώρες να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Σε αυτή την παρουσίαση θα επιχειρήσω να μεταφέρω μια μοναδική μαρτυρία από όσα βίωσα στα ελληνικά νησιά της Λέσβου και της Χίου από το 2015, καθώς και στον Λίβανο και στα σύνορα της Συρίας, συντονίζοντας μια ομάδα πολιτισμικών μεσολαβητών που χρησιμοποίησε η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΥΥΑ) μέσω ιδιωτικών φορέων και τοπικών υπηρεσιών ασύλου. Τα αποτελέσματα ήταν δυστυχώς απογοητευτικά και, κατά συνέπεια, έγινε πρόδηλη η αδήριτη και επείγουσα ανάγκη για επαγγελματίες διερμηνείς/πολιτισμικούς μεσολαβητές, καθώς η προσφυγική κρίση ήρθε για να μείνει. Έχει έρθει πλέον η ώρα ο ακαδημαϊκός χώρος στην Ευρώπη να επιδείξει την απαιτούμενη βούληση και να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να εκπαιδεύσει διερμηνείς για τις ανάγκες των προσφύγων και για το πλαίσιο του ασύλου, κάτι που δεν έχει γίνει μέχρι τώρα.