|
Stathis
Efstathiadis
A Critique of the ‘Communicative Approach’
to Language Learning and Teaching
Η 'επικοινωνιακή προσέγγιση' - στο
βαθμό που οι αρχές της είναι
κατανοητές από τους ενδιαφερόμενους -
έχει προκαλέσει τόσο ευφορία και
έντονο ενθουσιασμό για την
αποδοτικότητά της όσο και σκεπτικισμό
και κάποια απαισιοδοξία ως προς την
εφαρμοσιμότητά της. Τέτοιες
αντιδράσεις είναι φυσιολογικές και
αναμενόμενες σε περιπτώσεις
εμφάνισης νέων θεωρητικών μοντέλων.
Το άρθρο αυτό φιλοδοξεί με
νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα να
διαγράψει τις κύριες αρχές στις
οποίες βασίζεται η Επικοινωνιακή
Προσέγγιση, να εντοπίσει και να
αντιμετωπίσει στη σωστή τους διάσταση
τις ενδεχόμενες αδυναμίες εφαρμογής
της, να προτείνει - τουλάχιστο έμμεσα -
τρόπους βελτίωσής της, και συγχρόνως
να τονίσει τις περίπου απεριόριστες
δυνατότητες της νέας αυτής
προσέγγισης στο χώρο της μάθησης και
διδασκαλίας σύγχρονων γλωσσών.
|
|
Efthalia
Kalogirou
Die Theoretischen Grundlagen des KVL und Ihre
Praktische Umsetzung
Αξιοποιώντας τη θεωρητική κατασκευή του U.
Engel για τα σθένη των ρημάτων, το Ινστιτούτο
Γερμανικής Γλώσσας του Mannheim εξέδωσε το Kleines
Valenzlexikon (KVL), Λεξικό Γερμανικών Ρημάτων, στο
πλαίσιο μιας συστηματικής εφαρμογής της
θεωρίας αυτής. Σκοπός της εργασίας είναι
μια πρώτη παρουσίαση του λεξικού αυτού, τον
θεωρητικού του πλαισίου και του τρόπον με
τον οποίο λειτούργησε στην πράξη.
Ο λόγος
της εκπόνησης του λεξικού αυτού καθώς και
γενικές πληροφορίες για το περιεχόμενό του
αποτελούν το αντικείμενο της πρώτης
παραγράφου της εργασίας. Στη δεύτερη
παράγραφο γίνεται προσπάθεια παρουσίασης
της θεωρίας των σθενών τον Γάλλου Tensiere και
της επεξεργασίας που έτυχε αυτή μέσα στις
εργασίες Γερμανών γλωσσολόγων στην
προσπάθεια επίτευξης μιας σαφούς διάκρισης
μεταξύ στενών και ελευθέρων συμπληρωμάτων.
Η αδυναμία, κατά τη γνώμη μας, διάκρισης
μεταξύ των εννοιών αυτών αποτελεί μια
σημαντική επισήμανση που αφήνει πεδίο
περαιτέρω επεξεργασίας της θεωρίας.
Στήριξη της πιο πάνω γνώμης αποτελεί η
τρίτη παράγραφος της εργασίας, όπου
επιχειρείται μέσα από παραδείγματα να.
δειχθεί ότι παραμένει πεδίο αμφιβολίας για
τη διάκριση μεταξύ στενών και ελεύθερων
συμπληρωμάτων εκεί όπου η θεωρία συναντά
την πράξη. Σε μια τέταρτη παράγραφο
αναπτύσσονται οι προβληματισμοί και οι
λύσεις που προέκυψαν κατά την εργασία της
συντακτικής επιστημονικής ομάδας όσο αφορά
τη δομή, τον κώδικα και την παρουσίαση, με
παραδείγματα.
|
|
Eliza
Kitis
Discourse Connectors and Language Learning
Materials
Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να
εξετάσει τη λειτουργία ορισμένων
συνδετικών στοιχείων στο συνεχή λόγο
και διάλογο γενικά, και να διατυπώσει
το ερώτημα κατά πόσο έχει ενσωματωθεί
στο διδακτικό ολικό όλο το φάσμα των
λειτουργιών.
Επισημαίνονται δύο
επίπεδα λειτουργικότητάς τους τα
οποία δεν έχουν διαχωριστεί μέχρι
τώρα. Το ένα αφορά την ενδολειτουργία
του συνεχούς λόγου, ενώ το άλλο αφορά
τη δομική οργάνωση του διαλόγου.
Το
συμπέρασμα είναι ότι, καθώς δεν
μπορούμε να βασιστούμε στη μεταφορά
ούτε πραγματολογικών λειτουργιών
ούτε στρατηγικών πρακτικών από τη μια
γλώσσα στην άλλη, επιθυμητό είναι να
συμπεριληφθούν τα πορίσματα αυτών των
θεωρητικών ερευνών στο σχεδιασμό του
διδακτικού υλικού.
|
|
Patrick
Leach
Passive Resistance
Το άρθρο ασχολείται κυρίως με τη -
συνειδητή ή ασυνείδητη - αντίδραση και
απροθυμία τον μαθητή της αγγλικής να
χρησιμοποιήσει τύπους παθητικής
φωνής σ' αυτή τη γλώσσα. Η απροθυμία
αυτή (α) μπορεί να εκπορεύεται από τη
δυσκολία που διαισθάνεται ο μαθητής
ότι υπάρχει "ενδογενώς" στους
σχετικούς τόπους του αγγλικού
γραμματικού συστήματος. η δυσκολία
αυτή μπορεί να οδηγήσει το μαθητή στην
υιοθέτηση "στρατηγικών αποφυγής"
του προβληματικού τύπου, (β) είναι
δυνατό να, οφείλεται στην έλλειψη ή
περιορισμένη χρήση τύπων παθητικής
φωνής στη μητρική γλώσσα τον
σπουδαστή καθώς επίσης και στην
πλημμελή έκθεσή του σε σχετικά
κείμενα, (γ) είναι ευθέως ανάλογη με το
βαθμό συνθετότητας του παθητικού
τύπου, και (δ) έχει διαπιστωθεί σε
μαθητές ενδιάμεσου επιπέδου πολλών
και διάφορων εθνικοτήτων.
|
|
Marianthi
Makri-Tsilipakou
Language, the Sexes and the Teacher of English
Το φαινόμενο του σεξισμού στη γλώσσα,
της μεροληπτικής δηλαδή παρουσίασης/μεταχείρισης
των δύο φύλων, έχει διερευνηθεί
εκτεταμένα τα τελευταία 10-15 χρόνια.
Ωστόσο φαίνεται ότι μόνο μια πολύ
μικρή μερίδα από όσες και όσους
εμπλέκονται στη διδασκαλία των ξένων
γλωσσών έχει συνειδητοποιήσει την
καταλυτική παρουσία του σεξισμού σε
κάθε πλευρά της εκπαιδευτικής
διαδικασίας: στην ίδια τη γλώσσα-στόχο,
στις μεθόδους διδασκαλίας και το
εκπαιδευτικό υλικό που
χρησιμοποιούνται, καθώς επίσης και
στη διεπίδραση διδασκόντων-διδασκομένων.
Το άρθρο αυτό που γράφτηκε με αφορμή
τη διαπίστωση ότι η μεγάλη πλειοψηφία
των ατόμων που επιτελούν εκπαιδευτικό
έργο είτε αγνοούν παντελώς είτε
υποβαθμίζουν με ελαφριά συνείδηση τη
φθοροποιό δράση του σεξισμού, ελπίζει
να συνηγορήσει για την προοδευτική
εξάλειψή του προσφέροντας
πληροφόρηση και πρακτικές λύσεις στον
καθένα και την καθεμιά που είναι σε
θέση να διακρίνει τα κάθε άλλο παρά
ευκαταφρόνητα οφέλη μιας τέτοιας
προσπάθειας. |
|